BLOGGER TEMPLATES AND TWITTER BACKGROUNDS »

Τρίτη 31 Ιουλίου 2007

Περί μοναξιάς (πράξη 2η)

Ειρήνη


Η Ειρήνη μόλις είχε ένα καυγά με τη μητέρα της. Δεν ήταν ο πρώτος. Έχουν περάσει  5’ που έκλεισε το τηλέφωνο. Τα μάτια της είναι πρησμένα. Πραγματικά δεν μπορούν να συνεννοηθούν με τίποτα. Είναι τόσο διαφορετικές. Από τότε που θυμάται τον εαυτό της την πίεζε να κάνει πράγματα που δε θέλει. Και το χειρότερο είναι η αντίφαση. Αφού ρε μάνα θες να με κάνεις τυπική γυναικούλα του χωριού, τι το θες το πτυχίο και με ρωτάς συνεχώς για τα μαθήματα;

Η αλήθεια είναι ότι το πτυχίο το θέλει για τον εαυτό της. Τα υπόλοιπα δε θέλει. Τους γάμους, τα παιδιά, και όλα αυτά. Φοβάται. Τόσα χρόνια, ακόμα και παράλληλα με τις σπουδές έπλενε, μαγείρευε, δούλευε. Και υποτίθεται ότι στο γάμο είναι χειρότερα. Πόσο άραγε;

Δεν έχει βέβαια παράπονο. Έζησε και τη φοιτητική ζωή. Είχε τα λεφτάκια της από τη δουλειά και όταν μπορούσε έβγαινε, ξενύχτησε, έπαιξε και με αγοράκια. Ειδικά αυτό το τελευταίο…

Ναι, δεν ήταν πάντα ρόδινα τα πράγματα. Υπήρχαν προβλήματα. Δεν έφταιγε όμως αυτή. Όλοι λέγανε πόσο καλό και όμορφο κορίτσι  ήταν η Ρηνούλα. Ερχόταν σπίτι τους χωρίς να της πούνε και καθάριζε. Ψιλοεύκολη γκόμενα. Και ως γκόμενα σου θα έκανε τα πάντα για σένα. Γκρίνιαζε βέβαια όταν την αδικούσες, αλλά έμενε μόνο εκεί. Παρόλα αυτά όλοι την πιέζανε. Οι φίλες της να βγαίνει πιο συχνά παρόλο που ήξεραν ότι δεν έχει ούτε πολύ χρόνο, ούτε χρήματα. Και οι γκόμενοι της να κάνει πράγματα που δεν ήθελε. Και όταν τα ‘κανε για να τους ευχαριστήσει δεν ίδρωνε το αυτί τους. Ζητούσαν κι άλλα. Δεν άντεχε άλλη πίεση. Για αυτό και τώρα ήταν μόνη της. Εντελώς. Ούτε φίλες ούτε άντρα. Τίποτα. Όντως ένιωθε πιο ήρεμη. Αλλά και τόσο μόνη.

Σίγουρα η μάνα της θα χαιρόταν από την τωρινή της κατάσταση. Τη φαντάζεται να λέει: «τι να τους κάνεις τους άντρες; ‘Έχεις τις σπουδές τώρα. Τελείωνε να γυρίσεις πίσω στο χωριό, και θα τα βρούμε τα άλλα». Και να ‘ταν μόνο αυτό; «Την παρθενιά σου θα τη δώσεις μόνο σε έναν άντρα. Τον άντρα σου! Και πρέπει να σαι καλή στο κρεβάτι για να τον κρατήσεις! Τις φίλες δεν τις χρειάζεσαι. Μόνο τον άντρα σου. Έτσι και αλλιώς, μόλις παντρευτείς, θα φύγουν όλες. Κι αυτές που θα μείνουν, θα θέλουν να σου τον φάνε.» τι λε ρε μάνα; 24 χρονών κοπέλα και δε θα χω φίλες; Και θα σκέφτομαι από το πρωί μέχρι το βράδυ τον ιππότη στο άσπρο άλογο; Και πώς διάολο θα είμαι καλή στο κρεβάτι αν έχω πάει μόνο με έναν; Μα είναι για γέλια αυτά! …αλλά δεν γελάω…

Και όμως πως γίνεται τώρα να βρίσκεται σε αυτό το αδιέξοδο; Γιατί όλα τα «καλά κοριτσάκια» που διαβάζουν, δουλεύουν και κοιμούνται νωρίς, όπως κάνει και εκείνη, τις φαίνονται τόσο χαζές; Και γιατί οι «ξεπεταγμένες» Θέλουν συνεχώς να παρτάρουν, και ποτέ δε σοβαρεύονται; Δεν υπάρχει μέση λύση;

Και πώς γίνεται όλοι οι άντρες που είναι καλά παιδιά να είναι τόσο φλώροι; Και οι πραγματικοί άντρες, να κοιτάνε μόνο πώς να την εκμεταλλευτούν; Δεν γίνεται να υπάρχει κάποιος, που να ξέρει να κρατάει τα ηνία, να την κάνει να νιώσει γυναίκα, και παρόλα αυτά να είναι καλό παιδί; Να νοιάζεται; Τόσες ερωτήσεις… Και ούτε μια απάντηση…

Και μου ‘χε πει ότι θα πονούσε η πρώτη φορά. Αλλά πονούσε και η δεύτερη. Και όλες οι επόμενες. Δεν πήγαινε όμως στο γιατρό. Πίστευε ότι απλά ήταν πολύ στενή και δεν είχε ανοίξει ακόμα. Και της είχε δημιουργήσει φοβία η μάνα της για το γυναικολόγο. «Πως θα πάς να ανοίξεις τα πόδια σου σε έναν ξένο άνθρωπο; Και ειδικά άντρα; Είναι μεγάλη ντροπή! Άσε που δεν ξέρουν τίποτα! Όλο βλακείες λένε! Χωρίς αυτούς τόσα χρόνια, μια χαρά τα καταφέρναμε! Και είναι ντροπή. Μακριά!»

Ναι, τη φοβόταν πολύ την ντροπή. Την ήξερε καλά.

Παρόλα αυτά πήγε κάποια στιγμή στο γιατρό. Κάποια στιγμή που δεν άντεχε τους πόνους, είχε βρει και ένα καλό παιδί (ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε τότε) και ο φόβος να τον χάσει κι αυτόν, ήταν μεγαλύτερος από το φόβο του γυναικολόγου. Και πήγε. Πολυκυστικές. Είχε ξεκινήσει σαν κάτι απλό, αλλά μετά από τόσο καιρό οι φλεγμονές είχαν μεγαλώσει πάρα πολύ και είχαν γίνει επικίνδυνες. Αν δεν ξεκινούσε θεραπεία σύντομα δε θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει πάνω από δύο στάσεις στο σεξ, στην καλύτερη των περιπτώσεων. Και φυσικά, θα της προκαλούσε στείρωση. Από τι προήλθαν; Από τα κοντά μπλουζάκια, τα χαμηλοκάβαλα, και τις μολύνσεις. Ναι, η αλήθεια ήταν ότι δεν πολυχρησιμοποιούσε προφυλακτικό. Ένιωθε ενοχές (και) για αυτό. Αλλά της άρεσε περισσότερο. Και πονούσε λιγότερο. Δεν ήθελε όμως ούτε οικογένειες ούτε παιδιά. Ούτε έψαχνε για σύζυγο. Την πλάκα της έκανε. Ναι, έτσι ήταν...

Πολύ αργότερα, και αφού το είχε πει στη μητέρα της, εκείνη της παραδέχτηκε ότι είχε το ίδιο πρόβλημα. Αυτό ήταν! Είναι κληρονομικό! Και το ’λεγε η μαμά ότι λένε χαζομάρες οι γιατροί και ότι δεν ξέρουν τι τους γίνεται! Κληρονομικό, έτσι εξηγούνται όλα. Δηλαδή τι, η μάνα της φόραγε ξέκωλα; Αποκλείεται! Αυτή... ήταν μια άγια...

Παύση. Το μυαλό της αδειάζει. Δάκρυα κυλάνε πάλι από τα μάτια της. Κατά βάθος πάντα το ήξερε. Αυτή η «αγία» ήταν που της είχε καταστρέψει τη ζωή. Από αυτή πήρε τη γκρίνια για την οποία την κορόιδευαν όλοι. Αυτή η φοβερή γκρίνια της μητέρας της ήταν που είχε οδηγήσει τον πατέρα της στο ποτό. Αυτή ήταν ο λόγος για τους ομηρικούς τσακωμούς στο σπίτι της. Αυτός... (ρίγος) ήταν ο λόγος που τις είχε πετάξει και τις δύο έξω από το σπίτι όταν ήταν 5 χρονών. Ποτέ δε θα ξεχάσει την ντροπή! Ποτέ! Η μάνα της να τον λέει μέθυσο, κι αυτός να τη λέει πουτάνα! Κι αυτή να είναι με το νυχτικό. Να κρυώνει και να κλαίει. Και η μάνα της να φωνάζει προς το παράθυρο του σπιτιού. Και ο μπαμπάς να της πετάει τα βρακιά και τις κάλτσες από το παράθυρο. Και όλο το χωριό να γελάει! Αυτά τα γέλια τα ακούει ακόμα στα αυτιά της. Και τη ντροπή... ποτέ δε θέλει να το ξανανιώσει... ποτέ... Να γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι... όσο τον παρακαλούσε και τον έβριζε η μάνα της να τις πάρει πίσω... οι γείτονες να τους φέρονται σα να ναι βρώμικες. Να τις βάζουν να κοιμούνται σε πατώματα, σε αποθήκες. Και να τρώνε τα αποφάγια τους. Σαν να ναι σκουπίδια. Σα σκυλιά. Χειρότερα από σκυλιά...

 Ναι, τελικά τις δέχτηκε πίσω μετά από μια βδομάδα. Και οι τσακωμοί συνεχίστηκαν. Και στο σχολείο ήταν δαχτυλοδειχτούμενη. Και παρόλο που έχει πολλά χρόνια να το αναφέρει αυτή δε το ξέχασε ποτέ. Πως θα μπορούσε να ξεχάσει τη ντροπή... Τα κατάφερε όμως και τότε η μάνα της.

Έχει φορτώσει απίστευτα. Έχει στερέψει από δάκρυα. Μια κραυγή ανεβαίνει στο λαιμό της Ειρήνης.

ΠΑΛΙΟΚΑΡΙΟΛΑ! Τα κατάφερες πάλι. Εσύ τα έκανες όλα! Εσύ φταις για όλα, μόνο εσύ! Τις συμβουλές σου να τις βάλεις στον κώλο σου! Τόσα πράγματα που μου 'λεγες, εσύ τα ‘κανες; Κι αν τα ‘κανες αυτή ήταν η οικογένεια που ήθελες; Αυτή ήταν η ζωή που ποθούσες; Ποια τα επιτεύγματά σου; Ποια ήταν τα όνειρά σου; Ως τι προσπαθείς να δώσεις συμβουλές εσύ σε μένα; Εγώ σπουδάζω! Με δικά μου λεφτά! Και δουλεύω! Και έχω φίλες! Και άντρες! Εσύ τι έχεις; ΤΙΠΟΤΑ!

Γυρίζει και κοιτάζει τα ρούχα που είχε δανειστεί από τη φίλη της. Που έχει να δει ένα μήνα. Και το πλαστικό «δαχτυλίδι» του τελευταίου γκόμενου, δίπλα στα προφυλακτικά και τα λιπαντικά. Που φεύγοντας την είχε πει τρελή. Εξαιτίας του είχε πάει στο γυναικολόγο. Εξαιτίας του έγινε ο καβγάς με τη μάνα της σήμερα το απόγευμα. Δάκρυα πάλι κυλάνε στα μάτια της.

Και πάλι όμως δεν κατάφερα τίποτα. Γιατί είμαι ηλίθια. Από φτωχή οικογένεια. Από χωριό. Από ΜΠΟΥΡΔΕΛΟ οικογένεια. Προσπάθησα πολύ να κάνω πράγματα. Να δοκιμάσω πράγματα. Να φτιάξω τη ζωή μου από την αρχή. Και τέσσερα χρόνια μετά είμαι εκεί από όπου ξεκίνησα. Μόνη μου. Εγώ και το παρελθόν μου. Μέσα σε τέσσερις τοίχους 2Χ2. Και όλοι έχουν φύγει μακριά μου. Γιατί με σιχαίνονται. Γιατί είμαι ένα σκουπίδι. Ένα σκουπίδι! Και τίποτα άλλο (λυγμοί). Και τα κατάφερα. Και πάλι εξαιτίας μου γίνονται όλα αυτά. Γιατί είμαι ένα λάθος. Ένα ατύχημα! Δεν έπρεπε ποτέ να γεννηθώ. Πάλι έμεινα μόνη μου... Τα κατάφερες πάλι μαμά! Έμεινα μόνη μου...

 

(Αναφιλητά)

 

Μαμά...... (μόνο εγώ σε καταλαβαίνω) ....εσύ φταις.... τα κατάφερες πάλι....

 

 

Μαμά....................... 


(Α Ν Τ Ε   Γ Α Μ Η Σ Ο Υ ! ! ! ! ! ! ! !)

 

 

 

..........[ σε αγαπάω ].....................................................

 

 

 

 

 

 

 

 

 


 Ηλίας

 

Ο Ηλίας είναι μαθητής της Γ’ λυκείου. Κάθεται στη λεκάνη της τουαλέτας του και υποφέρει. Δε θυμάται πότε ενεργήθηκε κανονικά για τελευταία φορά. Μόνο αυτό το κιτρινωπό υγρό που καίει σα βιτριόλι. 25-30 φορές τη μέρα και κάθε φορά ο πόνος είναι χειρότερος. Κάθε φορά.  Δυο χούφτες φάρμακα κάθε μέρα, τα μισά με παρενέργειες. Δεν μπορεί να ακούσει ούτε τις σκέψεις του από τον πόνο. Μια σπάνια πάθηση του παχέος εντέρου του έχει δημιουργήσει μια φλεγμονή στο έντερο 1,5 μέτρο. 25% πιθανότητες να εξελιχθεί σε καρκίνο. Εγχείριση δεν παίρνει. Είναι μεγάλο το ρίσκο. Και πρέπει να τον κρατήσουν ζωντανό, πάση θυσία. Γιατί;

Όλα τα χρόνια ο Ηλίας ήταν ο κορυφαίος παντού. Πρώτος στα μαθήματα, πρώτος στα αθλήματα. Πανέμορφο και πανέξυπνο αγόρι, σχεδόν κάθε μέρα έβρισκε ραβασάκια στην τσάντα του. Και ο μεγάλος του αδερφός ήταν πέρυσι Πρόεδρος 15μελούς. Ήταν δημοφιλής χωρίς να κάνει τίποτα το ιδιαίτερο, μόνο αυτό που έκανε πάντα. Πρώτος σε όλα. Πάσχιζε να σε κερδίσει ακόμα κι αν τον ανταγωνιζόσουνα σε κάτι που δεν είχες καμιά ελπίδα. Αν δώσεις σε κάποιον το δικαίωμα να σου βρει ένα λάθος, έλεγε, μετά μπορεί να στο χρεώσει όσο θέλει. Και δεν το 'δινε. Ποτέ. Πάντα με πολύ κόσμο γύρω του, ποτέ μόνος του – όλοι τον θέλανε στην παρέα τους. Μέχρι τη μέρα που αρρώστησε.

Του είναι αδύνατον να πάει σχολείο. Πρέπει να είναι κοντά στο σπίτι του σε περίπτωση που τον πιάσει κρίση. Φοβάται. Και η ξεφτίλα θα τον σκότωνε. Από τότε κάθεται σπίτι του και κανείς δεν έχει τηλεφωνήσει από τους χιλιάδες φίλους του. Μόνο κάνα δυο την πρώτη βδομάδα. Μετά τίποτα.

Μόνο η οικογένειά του έμεινε να τον στηρίξει σε όλο αυτό. Η τέλεια οικογένειά του. Μόνο που τώρα, που ήταν αναγκασμένος να κάθεται πιο πολλές ώρες στο σπίτι, τα έβλεπε αλλιώς τα πράγματα. Ένα βράδυ που σηκώθηκε για την καθιερωμένη διάρροια (ή μια από τις καθιερωμένες, σκέφτηκε, και του 'κανε εντύπωση πόσο συχνά αυτοσαρκάζεται τελευταία) τους άκουσε να μαλώνουν σιγά. Κάτι για γκόμενες κάτι για αλκοόλ, μπύρες, τα σόγια τους... Προσπέρασε. Δεν ήθελε να ακούσει.

Σηκώνεται από την «ματωμένη» λεκάνη. Πάει στο ψυγείο. Παραμερίζει τις σακούλες με τα λαχανικά και παίρνει μία από τις «κρυμμένες» μπύρες. Βγαίνει στο μπαλκόνι και ανάβει τσιγάρο. Ό,τι απαγορευόταν δηλαδή. Σήμερα το μεσημέρι άκουσε για το Χριστόδουλο. Είχε μια σπάνια πάθηση του παχέος εντέρου μα τώρα είναι καλά. Τι κρίμα να μην είμαι και γω ένας χοντρομαλάκας του θεού σκέφτηκε. «Αλλά ναι ξέχασα, το δικό μου δεν παίρνει εγχείρηση». Σκάει χαμόγελο. Θυμήθηκε αυτό που είχε διαβάσει στο βιβλίο του Διακογιάννη. Σύμφωνα μα την ΚΥΠ το ’65 το 73% των άγαμων κληρικών ήτο κίναιδοι. Όχι ότι οι υπόλοιποι ήταν άγαμοι, αλλά αυτό δεν τους ενδιέφερε. «Εσείς τότε διαβάζατε, κι εγώ τώρα διαβάζω για εσάς!» Ο σαρκασμός είχε γίνει το αγαπημένο του παιχνίδι.

- Είναι αστείο. Μια μεγάλη φάρσα. Τη μια μέρα να με θέλουν όλοι στην παρέα τους και την άλλη να μην ξέρουν αν ζω η πέθανα. Όταν είσαι πρώτος όλοι θέλουν τη συμβουλή σου τον έπαινο σου. Όταν είσαι τελευταίος δε μετράς για κανένα. Στα καλά σου είσαι φίλος, στα άσχημα, είσαι ΜΟΝΟΣ σου. Αυτή είναι η μόνη αλήθεια.

Τινάζει τη στάχτη.

- Φίλοι. Σκατά. Τσιράκια που κολλούσαν δίπλα από τον «αρχηγό». Να λένε ότι αυτοί μου δώσαν πάσα και έβαλα εγώ γκολ στο πρωτάθλημα. Να «παρηγορήσουν» τη γκόμενα που εγώ δεν ήθελα. Να τους δώσω τις σημειώσεις μου που ήταν καλύτερες. Να βγούμε αγκαλιά στη φωτογραφία. Ποιός ξέρει τι ιστορίες ντύνουν με αυτή τη φωτογραφία. Χα! Τσιράκια ήταν. Εγώ δε ζήτησα ποτέ τσιράκια. Παρέα ήθελα. Έναν άνθρωπο να μου κρατήσει το χέρι όταν πονούσα. Αλλά αυτοί μάλλον έχουν τα δικά τους σημαντικά προβλήματα. Και μάλλον αν τους ρωτήσεις θα σου πουν ότι δεν τους έδωσα ποτέ το περιθώριο.

- Άραγε η φαμίλια τι θα λέει στους ξένους; «Μα δεν καταλαβαίνω! {Ο Ηλίας εδώ μιμείται τις φωνές τους} Πως γίνεται αυτό; Αφού αυτό το παιδί μεγάλωσε τέλεια! Με το καλό του το φαί με τις γυμναστικές του. Ο θείος του είναι γιατρός....

Σβήνει ο τσιγάρο με μανία.

- ΣΚΑΤΑΑΑ ΣΤΑΑ  ΜΟΥΟΥΟΥΤΡΑΑΑ ΣΑΑΑΑΑΣ!

- Όλα ψέματα ήταν! Γιατί κανείς εδώ και 19 χρόνια δε μου το ‘πε; Γιατί με αφήσατε να ζω στον κόσμο μου, να πιστεύω ότι υπάρχει δικαιοσύνη; Πόσο κόσμο βοήθησα κι εγώ δε θυμάμαι! ΠΟΥ είναι τώρα όλοι αυτοί; ΠΟΥ; Οι φίλοι είναι δίπλα σου όσο παίρνουν. Τόσα χρόνια που έκανα τον εξομολόγο του κάθε μαλάκα, αυτό δε λέγαν όλοι;

 «Τα ‘ριξε στο γκόμενο που γούσταρα!» Φίλη σου είναι μωρή αρχίδω! Τόσο περίεργο είναι που έχετε τα ίδια γούστα; Αν συζητούσατε σοβαρά που και που θα βρίσκατε τη λύση αλλά όλο μαλακίες λέγατε όταν βρισκόσασταν! Αλλά όλο μαλακίες λέγατε, για τους άλλους και τις άλλες και για αυτά τα ψωλοχύματα που ρίχνετε στη μάπα σας για να ομορφύνετε! Κλώσσες!

«Έχει λέει ένα πρόβλημα και έχει να με πάρει 1 μήνα τηλέφωνο. Και δεν το λέει στον κολλητό του; Να πα να γαμηθεί δεν τον ξαναπαίρνω.» Άντε γαμήσου εσύ παλιοκαραγκιόζη! Έτσι είναι οι κολλητοί; Άλλα 60 χρόνια θα ζήσετε (εσείς γιατί εγώ δεν ξέρω) ο ένας μήνας σε πείραξε;;; Κι αν έχει πρόβλημα πρέπει να το μοιραστεί μαζί σου; Κι αν το μόνο που θέλει είναι το χρόνο του, να μείνει λίγο μόνος του, ούτε αυτό δεν μπορείς να του δώσεις; Και θες να τον βοηθήσεις και στο πρόβλημα του; ΠΑΡΑΔΕΞΟΥ ΟΤΙ ΦΟΒΑΣΑΙ ΜΗ ΣΕ ΠΑΡΑΤΗΣΕΙ ΚΙ ΑΥΤΟΣ ΣΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ ΚΑΙ ΦΕΥΓΕΙΣ ΠΡΩΤΟΣ! Δε το χες συνηθίσει να μη στα λέει, μαλάκα! Χέστηκες τώρα από το φόβο σου!

«Εγώ έχω τα προβλήματα μου κι αυτός μου λέει για τον έρωτα της ζωής του. Μα καλά είναι τόσο αναίσθητος;» Αφού τόσα χρόνια την περίμενε ρε οπλισμένο σκυρόδεμα! Εσύ είσαι τόσο αναίσθητος; Τόσο καιρό που άκουγε τον πόνο σου σε χάλαγε; Οι φίλοι είναι δίπλα και στα καλά και στα άσχημα! Ξέρεις πόσους βρίσκεις να σε ακούσουνε στα δύσκολα; Πόσοι θα ΧΑΡΟΥΝ να σε ακούσουν να πονάς; Αλλά πόσοι θα πονάνε μαζί σου; Και πόσοι θα χαρούν με τη χαρά σου; Κανείς μάλλον. Αν θες να πονέσει μαζί σου κρετίνε, να χαρείς και συ μαζί του. Το ίδιο δύσκολο είναι. Αλλά που να καταλάβεις... Η ζήλεια σε έχει τυφλώσει. ΟΛΟΥΣ ΣΑΣ!

Δεύτερο τσιγάρο. Τρέμει.

- Και η οικογένειά μου. Η τέλεια οικογένεια. Να τη βράσω εγώ την τέλεια οικογένεια! « {μιμείται πάλι} Πρέπει να μείνουμε ενωμένοι τώρα που αντιμετωπίζουμε αυτό το δράμα.» Μαζί το αντιμετωπίζουμε ρε κωθώνια; Δεν είδα κανέναν σας να ξυπνάει στις τρεις τα χαράματα σφαδάζοντας από τους πόνους σαν ξεκοιλιασμένη φώκια! Αλλά με έχετε ανάγκη. Είμαι η συνέχεια του εαυτού σας. Η ψευδαίσθηση της αθανασίας σας! Ναι, δε λέω έχετε κι άλλο βλαστάρι, αλλά ΕΓΩ ήμουν το επιτυχημένο πείραμα!

- Α, ναι, κι ο μπράδερ! Αδερφός να σου πετύχει. 1,5 χρόνο διαφορά έχουμε, και την έχει δει μεγάλος. Όσο ήμαστε μικρά ήμουν η παρέα του, μετά είχε τη δική του. Κι όταν έρχονταν οι φίλοι μου σπίτι πούλαγε τη μόστρα του. Όταν έρχονται η δικοί του «{μίμηση πάλι} Άσε λέμε άλλα τώρα, δε θα καταλάβεις.» Άμα ερχόταν καμιά ωραία φίλη μου, «καλή η μικρούλα!» Γουστάρεις μουνάκι, ε; Και το καυλί σου μικρό είναι αλλά δε το λες καλό! Εγώ φταίω, που όταν μου την έπεφτε αυτή η φίλη σου που τη γούστερνες, και μου έπιανε τον κώλο «για πλάκα», δεν έκανα τίποτα. Το ‘ριχνα στο χαβαλέ αντί να τη βάλω κάτω και να της πετάξω τα μάτια απέναντι! Τόσο μαλάκας ήμουνα. Και ‘σύ γέλαγες σα χάχας και μου ‘ριχνες ένα βλέμμα σαν της έχιδνας! Σιγά ρε Χατζηαβάτη! Πρόσεχε μη δαγκώσεις τη γλώσσα σου και σε πνίξει το δηλητήριό σου, κρετίνε... Αυτή η οικογένεια είναι που πρέπει να μείνει δεμένη. Να χωρίσετε βρε ζώα! Ηλίθιος είμαι, δε βλέπω; Πιο καθαρά από όλους σας βλέπω. Αφού δεν αξίζει, διαλύστε το! Μόνο τα λεφτά σας έχω ανάγκη! Αγάπη; Παπάρια! Δεν υπάρχουν τέτοια πράγματα! Φτηνές δικαιολογίες για να καλύψετε τους φόβους σας και τις ανασφάλειές σας! Περίμενα να μεγαλώσω να φύγω, και πάνω που θα μπορούσα να δουλέψω αρρώστησα. Ο θεός που πιστεύετε είχε άλλα σχέδια!

- Ναι ο Θεός. Πως το ξέχασα; Που τα ξέρει όλα και δε μας τα λέει. Που είναι ο δίκαιος, αλλά δεν καταλαβαίνουμε το νόημα των πράξεων του. Μια ζωή μου μαθαίναν να σκέφτομαι λογικά. Ένα κι ένα κάνει δύο! Κι από την άλλη η ζωή μετά θάνατον. Έτσι, χωρίς απόδειξη, χωρίς τίποτα! Επειδή το ‘γραψε κάποιος ξυσαρχίδης! Ούτε καν ο ίδιος δηλαδή, οι παρατρεχάμενοί του! «{μίμηση}Τι ‘ν’ αυτά που λες παιδί μου, δε φοβάσαι;» Να φοβηθώ ΤΙ; ΠΟΙΟΝ; Ζω στην κόλαση ΕΝΑΝ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΧΡΟΝΟ!!! Τι χειρότερο μπορώ να πάθω; Πόσες φορές έχω σκεφτεί να αυτοκτονήσω, διάολε; ΠΟΣΕΣ; Τώρα να πέθαινα να τον έβλεπα μπροστά μου τον πούστη! Θα τον ρώταγα:

«- Γιατί όλα αυτά; Γιατί να τα περάσω κι εγώ και τόσα άλλα παιδάκια; Για να πάω στον παράδεισο; Εσύ που τα ξέρεις όλα, δεν ξέρεις αν το αξίζουμε; Πρέπει να μας τεστάρεις; Πες καλύτερα ότι είσαι σαδό! Εγώ να σε φοβηθώ; Αν έβλεπα έναν οποιοδήποτε αρχίδη να πετάει το παιδί του μες στον πόνο και την αδικία, και αντί να το βοηθήσει να του λέει «έλα, προσπάθησε,  κι αν αντέξεις θα σου πάρω γλειφιτζούρι!», θα τον έφτυνα στη μούρη! Οπότε τρία τινά έχουμε: Ή δεν υπάρχεις, ή στα αρχίδια σου, ή γουστάρεις κιόλας! Εγώ αυτά που δίδαξες τα 'κανα! ΕΣΥ ΟΧΙ! Οπότε κάνε με ότι θες! Δεν υπάρχει μέρος να με στείλεις που να μην πάω με ψηλά το κεφάλι! Δε σε έχω ανάγκη! Κανέναν σας! Μπορώ και ΜΟΝΟΣ ΜΟΥ! Στον πούτσο μου σας γράφω! ΟΛΟΥΣ!»

(Κλαίει) Θεέ σε μισώ! ΣΕ ΜΙΣΩ! Που με κάνεις να υποφέρω... ΣΕ ΜΙΣΩΩΩ!!! (λυγμοί) Και ξέρεις γιατί σε μισώ; Γιατί έχω ανάγκη να σε μισήσω. Γιατί αν δε μισήσω εσένα... (αναφιλητά) ...δεν έχω άλλο λόγο να ζω... είναι όλα ψέ-μά-τά....

 

 

 

 

 

In a darkened room
Beyond the reach of Gods faith
Lies the wounded, the shattered
remains of love betrayed
And the innocense of a child is bought
and sold
In the name of the damned
The rage of the angels left silent
and cold

Forgive me please for I know not
what I do
How can I keep inside the hurt
I know is true

Tell me when the kiss of love
becomes a lie
That bears the scar of sin too deep
To hide behind this fear of running
unto you
Please let there be light
In a darkened room

All the precious times have been put
to rest again
And the smile of the dawn
Brings tainted lust singing my requiem
Can I face the day when I'm tortured
in my trust
And watch it crystalize
While my salvation crumples to dust

Why can't I steer the ship before
it hits the storm
Ive fallen to the sea but still
I swim for shore

Tell me when the kiss of love
becomes a lie
That bears the scar of sin too deep
To hide behind this fear of running
unto you
Please let there be light
In a darkened room

 

Τρίτη 24 Ιουλίου 2007

Περί Μοναξιάς (πράξη 1η)

Στάθης




Ο Στάθης κάθεται χρόνια τώρα στο απόμερο τραπεζάκι σε ένα καφέ στην πλατεία Κολωνακίου. Παίρνει πάντα έναν εσπρέσσο και τον πίνει 3 ώρες. «Έχω μπει στα καλύτερα σπίτια!» λέει γελώντας. Έχει δίκιο. Ψωνίζεται εδώ και χρόνια με διάφορους κυρίους και κυρίες, συνήθως ηλικιωμένους και πλούσιους. Χρεώνει ακριβά και το ξέρει. Έχει μπει στα πιο πλούσια σαλόνια. Πλένεται στις μπανιέρες τους. Τρώει από τα ψυγεία τους. Ξαπλώνει στα κρεβάτια τους. Δεν κοιμάται ποτέ όμως εκεί. Κοιμάται μόνος του. Σε παγκάκια και υπόγεια. Ούτε σουτάρει στα σπίτια τους. Καμιά γραμμή που και που άμα κεράσουν. Αλλά ποτέ πρέζα. Όταν είναι ευτυχισμένος θέλει να είναι μόνος του.
Οι γάτες του δρόμου δε τον ενοχλούν. Αλλά δε θέλει ανθρώπους γύρω του όταν σουτάρει. Έτσι κι αλλιώς ποτέ κανείς δε του έδωσε τίποτα. Τώρα είναι καλά, αυτός γλύφει τις πληγές τους και αυτοί τη δική του. Δε θα μπορούσε να ζητήσει τίποτα άλλο. Δεν έχει γνωρίσει τον έρωτα. Το σεξ δεν τον ενδιαφέρει. Αλλά δε θέλει να είναι και αχάριστος. Πάντα μόνος του ήταν. Παλιά τον πείραζε. Τώρα δεν τον νοιάζει. Το απολαμβάνει κιόλας. Τι να τους κάνει τους άλλους; Όλο προβλήματα φέρνουν. Η μόνη στιγμή ευτυχίας είναι όταν η Κανελλιά κυλάει στις φλέβες του. Αυτό το γλυκό μαύρο σκοτάδι. Του θυμίζει τις μέρες που αποκοιμιόταν στην αγκαλιά της μάνας του κατά το θηλασμό. Ένιωθε κοντά στο Θεό. Του κάνει εντύπωση που οι άλλοι δε θυμούνται από κείνα τα χρόνια. Αυτός δεν έχει τίποτα άλλο καλό να θυμάται από παλιά. Μέχρι τη στιγμή που σούταρε για πρώτη φορά. Τίποτα άλλο μετά το ατύχημα.




Μαρία




Η Μαρία είναι πολύ όμορφη. Την καλούν στα πάρτυ. Πάντα είχε φίλους αλλά ποτέ τόσους. Είχε και όταν ήταν 83 κιλά, πριν από 4,5 μήνες δηλαδή. Τώρα είναι 55.
–Ξέρεις θέλω να σου πω κάτι. Είναι καιρό τώρα που θέλω να στο πω. Μου αρέσεις πολύ. Πάντα μου άρεσες. Αλλά να, είμαστε φίλοι. Έχουμε πει τόσα πολλά και να ... φοβόμουνα. Δεν ήξερα πως θα το πάρεις.
Πόσες φορές την άκουσε αυτή την ατάκα – και δεν έχει κλείσει μήνας από την πρώτη φορά.
-Γαμημένοι μπάσταρδοι, όλοι τα ίδια περιοδικά διαβάζετε; Πίπες όλα αυτά που λέγατε. Ότι δεν είστε γουρούνια και ότι δε σας ενδιαφέρουν μόνο τα βυζιά αλλά και η «επικοινωνία»!
Πόσα βράδια ξενύχτησε σπίτια τους και κλάψαν στον ώμο της. Για τις γκόμενες που τους παράτησαν. Που παίξαν μαζί τους και τους παράτησαν σαν να ταν άψυχα κουκλάκια. Και πόσες φορές ενώ ήταν τύφλα, πήγε κάποιος να τη φιλήσει και σταμάτησε τελευταία στιγμή.
Πάντα της έλεγαν πόσο ζεστό πρόσωπο έχει και τι όμορφα μάτια. Και πόσο γλυκιά κοπέλα είναι. Γλυκά σκατά στα μούτρα σας σκατόψυχοι μαλάκες! «Γλυκούλα». Θεέ μου, πόσο τη μισεί αυτή τη λέξη! Δε θέλει να είναι γλυκιά. Όμορφη. Σκέτο. Καύλα. Μουνάρα. Ποτέ δεν κατάλαβε γιατί οι άλλες στραβώναν όταν τα ακούγανε αυτά. Οι άλλες... Οι παλιές της φίλες εξαφανίστηκαν. Κάτι πίπες της έλεγαν, ότι έχει αλλάξει πολύ η συμπεριφορά της και δε την αναγνωρίζουν.
- Ζηλεύετε καριόλες! Στα αρχίδια μου έχω άλλες φίλες τώρα! Κανείς τους δε βλέπει. Είστε όλοι τυφλοί! Γιατί δε βλέπετε ότι είμαι η ίδια Μαρία; Μερικά κιλά είναι μόνο γαμώτη μου! Σκατά έχετε όλοι μες το κεφάλι σας; Γιατί δε βλέπετε; Γιατί; ΓΙΑΤΙ;;;
Για αυτό και κείνη τώρα θα τους δείξει. Ήδη το κάνει. Τους καυλώνει και φεύγει. Τους πηδάει και τους φτύνει. Γιατί τελικά τους άξιζε. Πάντα τους άξιζε. Απλά δεν μπορούσε να το δει... Και ο κολλητός της ο μαλάκας, ούτε μια καλή κουβέντα δεν της είπε όταν αδυνάτιζε. Τότε που χρειαζόταν στήριξη. Πόσο καιρό έχουν να μιλήσουν; Της λείπει ο μαλάκας...
Το κεφάλι της γυρίζει πάλι. Ζεσταίνεται. Είναι πολύ αδύναμη. Πρέπει να φάει κάτι. Έχει ξεμείνει πίτσα από χτες. Αλλά δε φτάνει, πρέπει να φάει κι άλλο. Και σοκολάτα. Πολλή σοκολάτα. Ανοίγει το ψυγείο και αρχίζει. Μετά από 15 λεπτά και τρία γεύματα αράζει και ανάβει τσιγάρο. Το στομάχι συσπάται. Το κεφάλι γυρίζει πάλι. Τρέχει στην τουαλέτα. Κάνει εμετό. Πολλή ώρα. Σταματάει μόνο όταν η κοιλιά κολλήσει στην πλάτη. Έχει μείνει από αέρα και φτύνει μόνο νερό. Κάθεται στο πάτωμα για λίγο. Σηκώνεται, ανοίγει μια μπύρα και ανάβει τσιγάρο. Είναι η μόνη στιγμή που νιώθει ευτυχισμένη. Μαζί με το στομάχι της αδειάζει και το κεφάλι της. Φεύγει το δηλητήριο. Οι έγνοιες και οι στεναχώριες. Για αυτό γουστάρει να τρώει, το ξέρει. Για το λυτρωτικό εμετό. Πάντα το 'ξερε. Πέρασε όμως η ώρα και είναι μόνη της. Παίρνει το κινητό διαλέγει στην τύχη και κάνει αναπάντητη. Σε 10¨ χτυπάει.
-Έλα μωρό μου! Χιχι, ναι εγώ είμαι! Αμέσως με κατάλαβες! Τι έξυπνος που είσαι! Ναι μωρέ βαριέμαι... δεν έχει και τίποτα καλό η TV... Δεν έρχεσαι από δω να φέρεις και κάνα DVD να δούμε; Ναι, ότι θες. Εμπιστεύομαι το γούστο σου...

Δεν πρόκειται ποτέ ξανά να κοιμηθεί μόνη της.





Πέτρος



Ο Πέτρος οδηγεί στη Μεσογείων. Τι έγινε πριν από λίγο;
Ήταν στο σπίτι του μικρού. Χαϊδευόντουσαν στον καναπέ. Ξαφνικά γυρίζει ο μικρός ξενερωμένος και του λέει:
-Δε σου πα έλα να αγαπηθούμε ντάρλινγκ! Σου πα θέλω να με ξεσκίσεις!
Ο Πέτρος κόλλησε λίγο στην αρχή, αλλά τελικά ανταποκρίθηκε. Τον άρπαξε και τον κόλλησε στον τοίχο. Μπήκε μέσα χωρίς προκαταρτικά. Δαγκωνιές, βρισιές και μια τούφα μαλλιά στα χέρια του, δε του θύμιζαν τίποτα, ούτε καν από τις πρώτες νύχτες με τη γυναίκα του, αλλά σύντομα τον συνεπήραν τόσο που δε σκεφτόταν τίποτα άλλο.
Μόλις τελείωσε παρατήρησε λίγο αίμα στα σεντόνια. Ο μικρός τον είδε.
- Α, μην ανησυχείς, μου χει ξανατύχει δεν είναι τίποτα. Θα πω στη μάνα μου ότι άνοιξε η μύτη μου! Κάνει και αυτή την πουτσόζεστη…
Δε μίλησε. Ο μικρός ήταν μόνο 16 χρονών. Κι όμως φαινόταν έτοιμος για όλα. Ο πατέρας του έλλειπε πολλές ώρες από το σπίτι, λόγω δουλειάς. Η μάνα του είχε γκόμενο. Δε τον ενοχλούσε. Τη λάτρευε.
- Φεύγοντας μην ξεχάσεις πάλι τίποτα. Θα σε πάρω εγώ την άλλη βδομάδα
Και αυτό έκανε. Έφυγε. Τώρα είναι στο δρόμο και οι σκέψεις γυρίζουν στο κεφάλι του με απίστευτη ταχύτητα. Πως του βγήκε αυτό το πράγμα; Πότε έφτασε ως εδώ; Πόσο του την έδινε το κακομαθημένο τσογλάνι! Θα ‘πρεπε να του τα πει κάποια μέρα. Αλλά όχι δεν είναι δική του δουλειά. Κι εξάλλου αν θυμώσει; Πότε θα γυρίσει ξανά να τον κοιτάξει τέτοιο μπουμπούκι; Είναι τόσο μικρός και τόσο όμορφος. Θα μπορούσε να είναι… ΟΧΙ! Σταμάτα! Πάλι μαλακίες σκέφτεσαι! Δεν έχει καμιά σχέση με τα δικά σου παιδιά. Αυτά τα έχεις μεγαλώσει σωστά, δεν πρόκειται να σου βγουν πουστάκια. Μη σκέφτεσαι μαλακίες.
Τα παιδιά του. Όλο διαβάζουν και πάνε φροντιστήρια και… Ποτέ δε βρίσκουν πια χρόνο να μιλήσουν, να παίξουν όπως παλιά. Και η γυναίκα του. Κάποτε κάτι πήγε να της πει…
- Όλο παράπονα είσαι, όλο γκρίνια. Και τι καταλαβαίνεις, όλη μέρα λείπεις καθιστός στη γραφειάρα σου μέχρι να πιαστεί ο κώλος σου! Με ρωτάς εμένα πως μου βγαίνει ο πάτος κάθε μέρα να τα φέρω σε μια σειρά με τα παιδιά και το σπίτι; Κοίτα πάλι κιρσούς βγάζω! Εσύ μόνο το γιατρό πληρώνεις. ΕΓΩ κάθομαι στο κρεβάτι του πόνου! Εγώ…
Δεν ξαναμίλησαν. Μόνο τα τυπικά. Καλημέρα, καλησπέρα… Ενίοτε ούτε κι αυτά. Εκείνος το μόνο που ήθελε ήταν κάποιον να μιλάει. Να τον πάρει μια αγκαλιά. Ένοιωθε τόσο Μόνος. Μα τόσο μόνος… Γύριζε σα σκιά μέσα στο σπίτι. Κανείς δεν ασχολιόταν μαζί του.
-«Έλα ρε μπαμπά σοβαρέψου λίγο. Έχω δουλειά. Θυμάσαι τι μου 'λεγες για τους βαθμούς μου;» Θυμάται. Πώς δε θυμάται.
Έτσι τον τράβηξε το ίντερνετ. Για αυτό ξεκίνησε το chat. Τα υπόλοιπα ήρθαν μόνα τους. Η περιέργεια. Τα όμορφα λόγια. Το απαγορευμένο. Και ο πατέρας του. «Κόψε τα μαλλιά σου γιατί θα σου σπάσω τα πόδια! Σαν κορίτσι είσαι! Τι θες να σε πούνε κίναιδο;»
Πως το θυμήθηκε τώρα αυτό; Μπαμπά πόσο σε αγαπούσα. Όταν ήσουν σπίτι όμως μόνο με μάλωνες. Και συ με αγαπούσες το ξέρω, αλλά ήσουν κουρασμένος. Και δεν ήξερες πώς να το πεις, το ξέρω… Πόσα ήθελα να σου πω, αλλά με πρόλαβε το έμφραγμα. Πήρες μαζί σου ένα κομμάτι από την ψυχή μου. Μου λείπεις. Μπαμπά… Τα παιδιά μου…
Το κεφάλι του πάει να σπάσει. Βλέπει θολά. Και κάπως κόκκινα. Ανάβει τα αλάρμ όπως όπως και κόβει απότομα δεξιά. Βρισιές και φάσκελα. Δεν τον νοιάζει. Κάθεται. Πρέπει να ηρεμήσει. Νευροπίεση. «Δεν είναι τίποτα» του πε ο γιατρός «αλλά πρέπει να ηρεμήσεις». Δεν είχε άλλα συμπτώματα. Μόνο πίεση. Από άγχος. Φοβάται. Δε θέλει να πεθάνει εκεί. Όχι έτσι. Μόνος του.
- Τα παιδιά μου….












I'm gonna take you
To a place far from here
No one will see us
Watch the pain as it disappears
No time for anger
No time for despair
Won't you come with me
There's a room for us there
This innocent beauty
My words can't describe
This rebirth purity
Brings a sullen tear right to your eyes
No time for anger
No time for despair
Please let me take you
'cause I'm already there

I'm so alone
My head's my home
I'll return to serenity

Rhyme without reason is why children cry
They see through the system
That's breeding them just so they die
So please let me take you
And I'll show you the truth
Inside my reality
We shared in our youth

I'm so alone
My head's my home
And I feel
So alone
You know
At last
I'll return to serenity

Now that I've taken you
To a place far from here
I really must go back
Close your eyes and we'll disappear
Won't you come with me
Salvation we'll share
Inside of my head now
There's a room for us there


Φυσικά τα ονόματα είναι τυχαία.


(Δυστυχώς) συνεχίζεται...

Autobiographic postmortem (ή Πρόλογος)

Οι μικρές ώρες τις ημέρας. Αυτές που γίνονται τα περισσότερα σημαντικά πράγματα. Το μόνο που χαλάει την ησυχία είναι αυτά τα γαμημένα a/c, από τις διπλανές πολυκατοικίες.

-«Το δικό σου όμως δε σε ενοχλεί όταν δουλεύει παλιομίζερε;»

Σκάσε εσύ! Καλά μου τα ‘πρηξες τόσα χρόνια. Είδα κι έπαθα να καταλάβω ότι δεν είμαι schizo. Γιατί πρέπει πάντα να φωνάζεις; Εγώ γιατί μιλάω ήρεμα και σιγά;

Και γιατί πρέπει να ‘χεις πάντα δίκιο;

Τι έγινε από πέρυσι το Πάσχα; Πότε άλλαξαν όλα αυτά; Χρειάζομαι χρόνο για να καταλάβω να αφομοιώσω. Σιγά μη τον έχω. Ποτέ δε τον είχα. Για αυτό έμαθα να δουλεύω τόσο καλά με το ένστικτο. Και για αυτό δεν μπορώ ποτέ να σκεφτώ μόνο ένα πράγμα. Κι όμως μες το κεφάλι μου δεν υπάρχει χάος. Βασιλεύει η αρμονία πλέον. Τις σπάνιες φορές που δεν κοιτάω κάποιον μες τα μάτια αυτός ρωτάει «Με ακούς;».

Χαμογελάω. Φυσικά σε ακούω. Απλά εκείνη τη στιγμή σκέφτομαι πολύ παραπάνω από 2 πράγματα ταυτόχρονα. Που να σου εξηγώ τώρα...

Ναι, ναι ξέρω, έχω δουλειές να κάνω. Και αυτές δεν παίρνουν πολλή αναβολή ακόμα.

Αν παίρναν θα τους έδινα. Φέτος κατάλαβα ποιος είμαι. Και μου αρέσει. Αλλά θέλω χρόνο να με καταλάβω για να μη με χάσω πάλι.

Στερήθηκα πολλά το ξέρω. Αλλά αυτό δεν αλλάζει. Έμαθα ακόμα περισσότερα. Και έχω πάρα πολύ χρόνο να καλύψω το χαμένο έδαφος. Δυσκολεύομαι αφάνταστα μερικές φορές. Γιατί οι παλιές συνήθειες δεν κόβονται εύκολα. Περιπλανήθηκα και παρακολούθησα τους ανθρώπους. Υπάρχει και η χαρά εκεί έξω. Υπάρχει και η αγάπη. Αλλά εγώ ρούφηξα τον πόνο. Αυτό ήξερα καλύτερα. Και το γνώριμο είναι οικείο. Είναι όμορφο. Το άγνωστο είναι ο μεγαλύτερος φόβος μας. Για αυτό φοβόμαστε το θάνατο. Για αυτό κι εγώ ήμουν ένα τεράστιο σφουγγάρι ανθρώπινου πόνου. Δεν έλυσα κανενός τα προβλήματα μέχρι πέρυσι. Απλά πρόσφερα ανακούφιση. Δεν βοηθάς κανένα όταν εμπλέκεσαι. Απλά αποφεύγεις τα δικά σου.

 Ναι ξέρω φωνούλα μου, δεν ήθελα να το παραδεχτώ, αλλά έτσι είναι. Πάντα μπορείς να φύγεις η απλά να κλείσεις το τηλέφωνο με κάποια δικαιολογία στον άλλον. Ακόμα κι αν δε το κάνεις ποτέ, ξέρεις ότι μπορείς. Κι αυτό σου δίνει μια αίσθηση ασφάλειας. Μπορείς να προστατευτείς από τα προβλήματα των άλλων. Ενώ τα δικά σου σε κυνηγάν συνέχεια. Ακόμα και όταν δεν το καταλαβαίνεις, είναι εκεί και σου κρατάν συντροφιά. Όταν δεν πεινάς, όταν δε νυστάζεις, όταν δε σου σηκώνεται. Γενικά όταν δεν. Για αυτό και πάντα είναι τόσο εύκολο να δίνεις τις σωστές συμβουλές στους άλλους ενώ εσύ τρακάρεις συνέχεια στην ίδια κολώνα.

 

Είμαι ο θεός μου. Είμαι ο μόνος που μπορεί να αλλάξει τον κόσμο που εγώ αντιλαμβάνομαι. Είμαι ο μόνος άνθρωπος που φοβάμαι και αγαπάω τόσο πολύ. Γιατί έχω δει τη δύναμή μου. Αλλά όλοι εσείς εκεί έξω έχετε ένα δικό μου κομμάτι. Και γω ένα δικό σας. Και όταν βλέπω δικά μου κομμάτια πάνω σας, σας φοβάμαι. Και σας αγαπάω.

 

Αρκετά για τώρα. Σας αφιερώνω το τραγούδι μου. (ή ένα από αυτά)

 

 

Crossroads - Offspring

 

Time has washed away
And now I may wonder
How did it all slip by
Cause I always thought
We had forever
Future calls to me
To take me away from things
I don't want to leave behind
Like I'm slipping away
I can't hold on

Find that path alone
Crossroads lead me away
But that’s not what worries me
I just want to know what’s home

Through it all
My mind still wanders
To the one who touched my soul
Though her road leads away
She's still my
True love
I could believe

Will is not enough when all those
Lost days stand in the way
But she was
My hopes and dreams my
Whole world
I could believe

I still want to know
Who can see for me, yeah, yes
Crossroads tell me

Now you'll have to trade
Your past away
And find another day
So is change a friend or an enemy

Through what comes to pass
I'll find my way
I've seen it all before
But is the best you can be
The best thing to be
Some people say
You're just wasting time
But that’s not what worries me
I just want to know what’s home

 

 

 

Υ.Γ.

Είναι μεγάλος ο πειρασμός να κλείσω τα σχόλια. Μα δε θα το κάνω. Γιατί πιστεύω στην επιλογή. Γιατί δε φοβάμαι. Και γιατί άμα κλείνεις την πόρτα σου σε κάθε καινούρια πρόταση, είναι σαν να αφήνεις απέξω τη ζωή. Ή ένα μέρος της.

 

 

                                                                                

                                                                                                           

Τετάρτη 18 Ιουλίου 2007

ta paidia paizei

Το λοιπόοον… Πήρα δυο πάσες αυτές τις μέρες για ένα καινούριο παιχνίδι. Η μία από το μαύρο πάνθηρα (manground) και την άλλη από το γουρουνάκι (random) οι οποίοι ξέφυγαν τις τελευταίες μέρες από το ζωολογικό κήπο και βρίσκονται σε φάση τρελής ανανέωσης! Θα κάνω λοιπόν τη μια κοντρόλ με το στήθος, την άλλη με το πόδι σαν τρελός μπαλαδόρος και ότι βγεί. Απλά προειδοποιώ ότι θα κανιβαλίσω τους κανόνες μέχρι το σημείο που ίσα ίσα θα βγαίνει νόημα!

Καταρχάς, δεν παίζουν επεξηγήσεις! Το χουν κάνει τουλάχιστον 3 άτομα πριν από μενα και βαριέεεμαι… όποιος θέλει ας απευθυνθεί στους αντίστοιχους Bloggers!

Φράσεις:

1a) <manground>

“Δεν είμαστε μόνο παρατηρητές, αλλά και παρατηρούμενοι!”

Χέστηκα! Δεν παρακολουθώ Λαμπίρη! Δημοκρατία έχουμε, και μπλα μπλα μπλα…boooring! Next!

1b) <RanDoM>

Η ιστορία είναι, όχι αυτός που την λεει." Stephen King

Ίσως και να υπάρχουν τέτοιες ιστορίες, αλλά εγώ δεν έχω ακούσει ποτέ καμία! Το μέσο επικοινωνίας είναι από τη φύση του ατελές παίρνει πάντα κάτι από τον φορέα του κι εγώ προσωπικά δεν έχω ακούσει ποτέ καμιά αντικειμενική αλήθεια. (Μα τι κάφρος φευ!)

2)”En oida oti ouden oidaSocrates (Όχι ο ποδοσφαιριστής βρε βλήτα!)

Βλέπε (3b).

3a)<ManGround>

«Nα γουρδόσω το περππούτσι παραμοίρα»

Αν πας για πολβόσκι καραφυστικάρεις το ραβουνί και την ώρα που ‘ταν έτσι και μες την απά, δεν καλιφιστερέ την απάντηση προηγουμένως! (Κατάλαβες φαντάζομαι)

… από το team της Σέριφου…

3b)<RanDoM>

«Όλα είναι μαγεία»

Ρε σεις, όσο και να εξελιχθεί η τεχνολογία, η ιατρική, οι θρησκείες, τα voodoo και ο μάγος Δρακουμέλ πάντα θα υπάρχουν κάποια πράγματα που δε θα μπορεί ποτέ κανείς να εξηγήσει. Κάθε απάντηση είναι καταραμένη να γεννά καινούρια ερώτηση. Και όπως έλεγε και ένας φίλος (τρελή διάνοια στους υπολογιστές που τον τσίμπησε αγγλική εταιρία software και από τότε κονομάει εκεί στα ξένα…) αν θες να σπάσεις τα…εεε…νεύρα του κάθε ξερόλα, το μόνο που χεις να κάνεις είναι να τον ρωτάς συνέχεια «γιατί?». Μαγεία. Το άγνωστο. Για αυτό αξίζει να ζεις!

4) <Δικιά μου> (Ναι ρε δικιά μου! Ας την κάτω μύγα μίσο! Να πας να πάρεις τη δική σου παλιοτσιγκούνη!)

(Βαθιά ανάσα…. Αναμονή… Νευρικό παίξιμο δαχτύλων … έρχεται… )

<

< <

<

< < < < < < < «Ε, και;»

Ναι, αυτό ήταν. Η φράση που σε κάνει κάνει να ζεις περισσότερο. Και καλύτερα. Σε έδειραν; Ε, και; Σε βίασαν; Ε, και; Σε πήγαν στο «συνεργείο» μετά από τροχαίο και στα άλλαξαν όλα (συκώτι, σπληνα, χολή κτλ.); Βγες στο μπαλκόνι του νοσοκομείου (όσο κι αν πονάς) άναψε πούρο και πιες ένα Jack να χαλαρώσεις! Αφού είσαι μια χαρά τώρα! …And always look at the bright side of life! (πάμε όλοι μαζι σφύριγμα!)

Τώρα, αν κάποιος είναι αρκετά οπαδός του Μαζοχ, για να συνεχίσει από κεί που το άφησα, ας κοπιάσει. Θα προτείνω κάποιες από τις καινούριες πένες του χώρου που σίγουρα θα χουν κάτι να πούν. Ετσι κι αλλιώς οι πάλιουρες θα μπουκάρουν από μόνοι τους, και καλά θα κάνουν!

Χαρά και λοιπή παρέα άγγελε, νατάσσα etc.

Awake ρίξε κάνα σόλο!

Kagome, που είσαι;;;; Ζεις;

Fuckedup και manouilg κάντε κάτι διαφορετικό!

Gpoint το χεις, είμαι σίγουρος! Στο στοισείο σου χαλαρά!

Citycivil, ψήνεσαι;

Velvet, είσαι στη γη αυτόν τον καιρό;

Και από τους παλιούς, Trash, Concious, και κάπιοι άλλοι, φαντάζομαι δε θέλετε ειδική πρόσκληση;

I’m waiting….