BLOGGER TEMPLATES AND TWITTER BACKGROUNDS »

Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2008

Bδέλλες

Λοιπόν να πως έχουν τα πράγματα.

Κάποτε όταν ακόμα ήμουν αμούστακο, κάποιοι παππούδες, που δε ζουν πια γιατί ήταν και μια γενιά πίσω απ' τον παππού μου, μου είχαν πει κάτι πολύ ωραίες ιστορίες που μου κάναν πολύ εντύπωση και ακόμα βρίσκονται καρφωμένες μέσα μου, αν και ξεθωριασμένες κάπως. Μια από αυτές ήταν και η εξής:

Για να αντιμετωπίσουν κάποιες αρρώστιες (ούτε που θυμάμαι ποιες) μιας και γιατροί φάρμακα κτλ. ήταν πολυτέλειες τότε, κολλάγαν μόνοι τους πάνω τους βδέλλες για να ρουφήξουν το κακό αίμα. Κάποια στιγμή ο ασθενής θεραπευόταν και τις ξεκόλλαγε και όλα καλά. Και η βδέλλα χορτάτη, και ο άνθρωπος περδίκι. Τώρα αυτή έβρισκε αλλού φαΐ, πέθαινε, who cares? Βδέλλα είναι.

Τώρα όμως βλέπω το εξής. Έστω λοιπόν ότι βδέλλα ισούται με πράγματα, καταστάσεις, ακόμα και ανθρώπους. Δηλαδή συγγενείς, φίλους, γυναίκες και απλούς γνωστούς. Κάποια στιγμή λοιπόν εντοπίζω πάνω μου “κακό αίμα”. Κανείς δε με είχε ενημερώσει τότε για εναλλακτικές. Έβαλα λοιπόν κάποιες βδέλλες στη ζωή μου για να το ρουφήξουν. Και βολευόμασταν και οι δύο (τρεις, τέσσερεις, εκατόν πενήντα τέσσερεις δεν έχει τόση σημασία). Αλλά εγώ το 'κανα για να γίνω καλά. Σκόπευα εξαρχής να πάω παραπέρα από αυτό και το χα δηλώσει.

Περνά λοιπόν ο καιρός κι εγώ εξελίσσομαι. Και η σχέση αλληλεξάρτησης πρέπει να τελειώσει. Πάντα πονάει όταν πρέπει να την ξεκολλήσεις αλλά έτσι είναι. Και καλά όταν μιλάμε για πράγματα και καταστάσεις. Όχι ότι πονάει λιγότερο απαραίτητα, αλλά πάει στο διάολο. Αλλά όταν πρόκειται για ανθρώπους, χέσε μέσα.

Πολλοί βολεύονται με τις σχέσεις αλληλεξάρτησης. Εσύ είσαι η βδέλλα τους κι αυτοί η δικιά σου. Αλλά πρέπει να φύγουν. Όχι όλες. Κάποιες εξελίσσονται μαζί σου. Γίνονται κι αυτές κάτι καλύτερο. Κάποιες όχι. Εκεί είναι τα ζόρια. Κάποιες συμβίωσαν τόσο μαζί μου και τόσο έντονα, που όταν τις ξεκόλλησα με το μαχαίρι αναγκάστηκα να μου κόψω και λίγο κρέας. Θα επουλωθεί δε λέω, μπορεί να αφήσει και σημάδι. Αλλά πρέπει. Αλλιώς παθαίνεις αφαίμαξη όσο αυτή μεγαλώνει. Κι αυτή έχει ένα όριο όπου σκάει – σαπίζει και πέφτει νεκρή. Οπότε πρέπει απλά να φύγει, πάση θυσία. Και εδώ είναι το περίεργο. Περάσατε πολλά μαζί, την αγάπησες και την πονάς. Πιθανόν να την αγαπάς για πάντα. Και ταυτόχρονα, όταν φύγει από πάνω σου, να μη θες να ξέρεις που βρίσκεται, τι κάνει, αν ζει ή αν πέθανε. Κι ας την αγαπάς ακόμα. Γιατί σου θυμίζει το δηλητήριο που ρούφηξε. Που κατ’ επέκταση δεν ήταν και ποτέ δικό σου, αλλά αυτό είναι μεγάλη κουβέντα.

Δε θα καταλάβει κάποιος εύκολα πως είναι εύκολο να την αγαπάς, τη βδέλλα σου, κι όμως να φεύγεις και να αδιαφορείς. Σίγουρα δεν είναι εύκολο, τουναντίον πονάει πολύ. Και έκανα πάντα προσπάθειες να τις βοηθήσω να εξελιχτούν κι αυτές σε κάτι καλύτερο. Αλλά κάποιες δεν ήθελαν, ή δεν μπορούσαν. Προσπάθησα να τους βρω άλλο ξενιστή (αν και κάποιες τα καταφέρνουν πολύ καλά και μόνες τους να τον βρουν). Όταν κι αυτό όμως αποτύχαινε, τις ξήλωνα γρήγορα από πάνω μου, γύριζα την πλάτη κι έφευγα. Κι ας θεωρούμαι κυνικός.

Θέλω να πιστεύω ότι η πρόοδος της ιατρικής έφτασε πια και στην πόρτα μου. Γιατί κουράστηκα. Και να τις κουβαλάω και να πονάω κατά την αφαίρεση. Ελπίζω λοιπόν αυτή η περίοδος να είναι η τελευταία φορά και να μην ξαναχρειαστεί. Όχι ότι αν ξαναχρειαστεί δε θα το κάνω. Αλλά από ένα σημείο και μετά είναι χειρότερο, γιατί ανακαλύπτεις ότι απλά αλλάζεις βδέλλες, δεν θεραπεύεσαι στα αλήθεια. Και τις αγαπάω όλες ακόμα. Με το δικό μου τρόπο.

Το παρασοβάρεψα. Κι ας το ‘γραψα μέσα σε 20 λεπτά. Κι ας είμαι και ερωτευμένος δέκα χρόνια με την Marisa Tomei. Ας δούμε και καμιά τσόντα να γελάσουμε λίγο.

Δευτέρα 4 Φεβρουαρίου 2008

Άκου.

Προκυμαία της θλίψης και ακτή της χαράς

Ραντεβού να μιλήσεις Φευγεις όπου κι αν πας

Διχάζονται οι ιδέες αναβιώνουν οι μνήμες

Αδιάλυτα τα πάθη στα βραχια σπαν οι πρημνες

Αγάπη σε ξένα ματια συνηθεια στα δικά σου αυτιά

Διακωμώδηση απώλειας χανεται το πριν στα θέλω του μετά.

Ποτε αλλαξαν οι μερες και τι εγινε εδώ

Χανεται ο μυθος κι ας μη θελω να το δω

Διασπάται η αλήθεια και το θέλω γίνεται τρωτό

Κοιμαται το ονειρο και το «νοιωθω» γινεται μεμπτό

Σχεσεις αναγκης με χοντρές υποσχεσεις σε πονεμενα αυτιά

Δικαιολογιες στολιδια σε διαφανή ματια δεν αντεχω αλλο πια

Απλα γουσταρω σου λεω που ειμαι δω και σκεφτομαι

Δε με νοιαζει αν με καταλαβαινεις

Η υπαρξη μου ειναι περα απο μενα και για αυτό δεν ντρεπομαι

Μην το μειώνεις, προσπαθεις – ναι, μα χωλαινεις.

Θες απλά να εξηγησεις. Πας κοντά μα του κάκου.

Μη θες αλλο να πεις. Ειναι αργά. Μόνο άκου.



...........άκου.........




Asimos Nikolas - G...

Στίχοι: Νικόλας Άσιμος
Μουσική: Νικόλας Άσιμος
Ερμηνευτές: Νικόλας Άσιμος,


Ήταν οι πόρτες μου δίχως μπαχτσέδες
και μεντεσέδες κρατάνε τη γη
γίναν οι φτέρνες μου σαν τροχαλίες
και στον κουβά τους αράζεις εσύ
αλλάζεις συχνά κάθε τόσο στολή
αλλάζεις οσμή, αλλάζεις σασί
και η ελπίδα μας έχει θαφτεί
σαν τον Ντορή μέσ' στο παχνί.

Πάγωσε η ψείρα μου και παραπαίουσα
μ' ένα τικ τακ μου ματώνει τ' αυτιά
όλα με πρόγραμμα όλα στο σχέδιο
πρωτοκολλήσανε τον έρωτα
και θες να πετύχω με μια μπαταριά
χίλια φλουριά, χίλια φλουριά
για να σου χαρίσω μαντάτα καλά
να 'χεις αγάπη μου λεφτά.

Ποντικοφάρμακο για τους μεγάλους
και μουρουνόλαδο για τα παιδιά
κι έπλεξες σώβρακα για τους φαντάρους
και θυσιάστηκες πατριωτικά
σου στέλνω μύνημα μ' ένα ταμ ταμ
να μαγειρεύεις με βιτάμ
κι ήσουνα γόησα κι έκανες μπαμ
κι εγώ σε ψάχνω στο χαμάμ.

Άδειο το βλέμμα σου, κούφιες οι ώρες μας
στα ενυδρεία σε χώσαν ζωή
συνηθισμένοι ο καθένας στο ρόλο του
κι η φαντασία μας έχει χαθεί
την ξεπουλήσαμε στο γιουσουρούμ
για ένα κουστούμ, για ένα κουστούμ
την ξεπουλήσαμε στο γιουσουρούμ
για ένα κουστούμ, για ένα κουστούμ.

Μία διαδήλωση δέκα μικρόφωνα
και τα μεγάφωνα στη διαπασών
χιλιάδες δίποδα με μαγνητόφωνα
κι έχουν λουστεί με την ίδια λοσιόν
ξεπουληθήκαμε στο γιουσουρούμ
για ένα κουστούμ, για ένα κουστούμ
κι ο εαυτούλης σας πέταξε βζούμ
ταρατατατζούμ, ταρατατατζούμ.

Ω εποχή μού θυμίζεις τον Καίσαρα
κι οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν
κι όσο γερνώ μπουσουλώ με τα τέσσερα
τα τροχοφόρα με προσπερνούν
φεύγω να πάω να βρω στο Μπανκόγκ
τον σύντροφό μου τον Κινκ-Κονκ
μές στο μυαλό μου βαράνε τα γκόγκ
μοιάζω με μπάλα του πινκ-πογκ

Μας εκτελούνε με σφαίρες ντούμ-ντούμ
σφαίρες ντούμ-ντούμ, σφαίρες ντούμ-ντούμ
κι εμείς ξεπουλιώμαστε στο γιουσουρούμ
ταρατατατζούμ για ένα κουστούμ.




I see you working at your station
Radiation burns my eyes
Love's forbidden so is passion
This whole place is sterilized

I just want to see tomorrow
Day by day to just survive
But this place is built to kill me
No one here gets out alive

I don't wanna be
I don't wanna be
Just a memory
I don't wanna be
I don't wanna be
Gone

You don't know my name
You don't know my number
You don't know my face at all
We walk right past each other
Every single day
Like cold machines
We're marching on and on and on and on and on

Got your thumb print always with me
Got your barcode memorized
They came here to electroshock me
But can they erase you from my mind?