Αφιερωμένο στο παλιό μου αφεντικό. Που πέρασα 15 αξέχαστες νύχτες δουλεύοντας 12ωρα στο μπαράκι του,και σήμερα (δηλαδή χτες) έχει γενέθλια. Χρόνια σου καλά και ευτυχισμένα Δημήτρη, γιατί πρώτα είσαι φίλος αγαπημένος και μετά αφεντικό, και γιατί στα 45 σου, «παρόλα αυτά», είσαι νέος. Να 'σαι πάντα καλά.
Δεν είμαι καλά και το ξέρω. Κατά καιρούς δοκιμάζω διάφορες λύσεις που έχουν εμπνευστεί κάποιοι φίλοι από δω μέσα. Σήμερα λέω να δοκιμάσω αυτό που είχε κάποτε σχολιάσει ένα "λιονταράκι" (Immortal Junkie) σε ένα παλιό μου ποστ. Όταν δηλαδή δεν είσαι καλά, πίεσε τον εαυτό σου να ανέβει και κάποια στιγμή θα βγει από μόνο του. Αυτό θα κάνω λοιπόν! Θα γράψω για τις διακοπές μου.
Βέβαια, δεν πρόκειται να ασχοληθώ ούτε με ονόματα λιμνών, χωριών, παραλιών, περιγραφές, μπλά, μπλα, μπλα... Δεν τα καταφέρνω να μπω στο πετσί του τουριστικού οδηγού. Οι καταστάσεις είναι που με ενδιαφέρουν μόνο.
Καταρχάς να πω ότι όλο το μήνα με κυνηγούσε η κακοτυχία από πίσω. Κανόνισα από τις πρώτες μέρες του Αυγούστου κάποιες διακοπές. Απλά έπρεπε να πάρω 3-4 μέρες νωρίτερα για να επιβεβαιώσω. Κάποια ακυρωθήκαν γιατί π.χ. ο ένας είχε τροχαίο, η άλλη καιγόταν το σπίτι της, και κάτι άλλα εξίσου ασήμαντα!!! Τα υπόλοιπα τα ακύρωσα όλα διότι εμφανίστηκε μια πολύ δελεαστική πρόταση για Μύκονο. Δελεαστική όχι λόγω νησιού – το 15αύγουστο είναι χάλια – αλλά λόγω παρέας και κατάστασης. Το οποίο και τελικά ακυρώθηκε τελευταία στιγμή, ενώ ήδη είχα βγάλει εισιτήρια, για ηλίθιο λόγο (φιλαράκι, είσαι και γαμώ τους δημιουργούς κόμικ και ο πιο κοινωνικός άνθρωπος που ξέρω, αλλά εντελώς ανοργάνωτος και μεγάαααααλος μουνόδουλος!). Η τσαντίλα έφυγε δυο τρεις μέρες μετά, και κατόπιν κοντινών εξορμήσεων εντός των ορίων του νομού Αττικής, όπου και αποφάσισα να φύγω μόνος μου για Πελοπόννησο. Μόνος μου τρόπος του λέγειν, αφού σε κάθε νομό σχεδόν υπήρχε τουλάχιστον ένας φίλος/η. Στα ΚΤΕΛ ανακαλύπτω ότι η φακλάνα στο τηλέφωνο μου είχε δώσει δρομολόγια Κορίνθου, αντί για Νεμέας. Η διαφορά είναι ότι το πρώτο φεύγει κάθε ώρα, ενώ το δεύτερο έχει 4 δρομολόγια τη μέρα. Όταν στις 14:00 μου είπαν λοιπόν ότι το επόμενο φεύγει 18:30, ε, μου ήρθε κάπως! Για λίγο δηλαδή, όσο χρειάστηκε να αλλάξω τα εισιτήρια για Αίγιο και για να κάνω τον εξής διάλογο στο τηλέφωνο:
-Έλα κούκλα τι κάνεις;
-Μια χαρά δουλεύω στο beach bar.
-Ωραία σε κανά 3ωρο κράτα μου ξαπλώστρα και ένα φρέντο μέτριο.
-Εντάξει, και συ όταν θα αλλάζεις λεωφορείο στην πόλη πάρε μου ένα Marlboro μαλακό.
Τι διάολο, όλοι με έχουν μάθει πια; Τίποτα δεν τους κάνει πια εντύπωση; Anyway θα παραβλέψω διάφορες ψιλογκαντεμιές που θα με αναγκάσουν να μπω σε προσωπικά κομμάτια τρίτων και θα πάω κατευθείαν στη Σέριφο. Κανονίζω με το πρωινό πλοίο στις 7:05 αν θυμάμαι καλά. Μου βγάζει εισιτήριο η κολλητή μου και δίνουμε ραντεβού στο λιμάνι. Πέφτω για ύπνο, και κατά τις 2:15 σηκώνομαι από το κρεβάτι με αλλεργική κρίση, από αυτές που με πιάνουν μια φορά το χρόνο και αν! Μιλάμε τώρα να βήχω και να φτύνω κομματάκια απτα πνευμόνια μου! Τέλος πάντων συνέρχομαι κάποια στιγμή (ουσιαστικά δεν είχα κοιμηθεί όλο το βράδυ από το βήχα) και βλέπω ότι μου 'χουν μείνει 2 ώρες με το ζόρι για να κοιμηθώ. Και κάνω το λάθος να υποκύψω... (ναι ξέρω γατούλη... σε τέτοιες φάσεις δεν κοιμόμαστε ποτέ! Έλα όμως που δεν την πάλευα με τίποτα...)
Ξυπνάω λοιπόν κάποια στιγμή και βλέπω φως.... και σκέφτομαι: για να έχει τέτοιο ήλιο στις 4:30 το πρωί, ή κάποιος μετακίνησε το Γκρίνουιτς, ή κάτι πάει πολύ στραβά... Κοιτάζω λοιπόν το κινητό και βλέπω ότι είχε χτυπήσει το ξυπνητήρι και 17 κλήσεις δίπλα από το αυτί μου και δεν είχα πάρει χαμπάρι... και ώρα Ελλάδος 7:35...
Φεύγω λοιπόν την επόμενη το πρωί (άλλα 30 ευρώ από το παράθυρο...) και φτάνω εκεί με τη διαβεβαίωση ότι η κυρία Τάδε θα φροντίσει για τη διαμονή μου (ήμαστε ήδη 20 Αυγούστου, το τονίζω). Μόλις φτάνω μαθαίνω ότι είχε δυστυχώς ένα πρόβλημα υγείας και ταξίδευε ήδη προς τας Αθήνας... φυσικά ούτε λόγος να ασχοληθεί μαζί μου. Παίρνω τους δικούς μου στο νησί αλλά όλοι είχαν πάει προφανώς για ύπνο τα χαράματα με αποτέλεσμα στις 10:30 το πρωί να είναι στο 2ο όνειρο. Το μόνο που βρίσκω σε όλο το νησί είναι ένα δίκλινο σε ξενοδοχείο. «Δε γαμιέται»λέω,για μια μέρα ας δώσω κάτι παραπάνω. Πάω, κοιμάμαι κάνα 3ωρο κάνω το μπανάκι μου, για να μου πει μετά ο φίλος μου που ξύπνησε «γιατί δεν ερχόσουν σε μένα; Χτες έφυγε ο συγκάτοικος....»
Φυσικά τα ευτράπελα συνεχίστηκαν μέχρι το βράδυ όπου κάποια στιγμή βρέθηκα να μην έχει εθνική τράπεζα το νησί, το ΔΙΑΣ να μη λειτουργεί λόγω «προσωρινής βλάβης» και γω να θέλω, αφού δεν μπορώ να το ξοφλήσω, τουλάχιστον να πάρω τα πράγματά μου από το ξενοδοχείο και ο τύπος στη ρεσεψιόν άφαντος! Κλείδωσε και έφυγε! Και γω με 5 ευρώ στην τσέπη και το τελευταίο λεωφορείο από λιμάνι για χώρα να φεύγει σε 3 τέταρτα!Τελικά αφού χτύπησα ότι πόρτα και παράθυρο υπήρχε στο οικοδομικό τετράγωνο τον βρήκα (άμα ζορίζομαι δεν πολυχαμπαριάζω είναι η αλήθεια) και έστω και τελευταία στιγμή όλα καλά. Μετά από κάτι μέρες κόλλησα και μια ίωση, πυρετό για μια μέρα κτλ. κτλ....
Αλλά κάπου εδώ βαρέθηκα με τις ατυχίες, αυτά ήταν εξάλλου τα βασικά. Πάμε στα καλά τώρα.
Την πρώτη βδομάδα των διακοπών πέρασα ένα ολόκληρο οχτάωρο σε μια αιώρα και σηκωνόμουν μόνο για να βουτήξω στη θάλασσα. Όταν ξάπλωσα το πρωί κρεμόμουν κάνα μέτρο πάνω από το έδαφος. Το απόγευμα που σηκώθηκα ο κώλος μου ακουμπούσε κάτω... νομίζω ότι ... την ξεχείλωσα! Τι υπέροχη μέρα! Πόσο πιο όμορφο είναι το ηλιοβασίλεμα όταν είσαι οριζόντιος!
Μια άλλη μέρα σε μια άλλη παραλία έπαιζα 5 ώρες με κάτι γερμανάκια 10 και 11 ετών! Ότι και να πω είναι λίγο. Για μερικές ώρες νόμιζα ότι ούτε μένα έχουν βγει ακόμα τρίχες στη μασχάλη μου...
Όταν τελικά βρέθηκα στη Νεμέα τις 3 τελευταίες μέρες, η παρέα που γνώρισα εκεί είχαν αμάξια οπότε γυρίσαμε όλα τα ορεινά χωριά σε ακτίνα 100 χμ. (Γκούρα, ψάρι κ.α.) Τι λίμνες, τι μοναστήρια, τι καταφύγια,... χόρτασε το πνευμόνι μου καθαρό αέρα και το μάτι μου θέα! Που δεν την έχω στερηθεί κιόλας στη ζωή μου αλλά όσο να πεις... Εννοείται πως τα βράδια κοιμόμασταν με κουβερτούλα ακόμα κι όταν όλη η Ελλάδα ξεροτηγανιζόταν στους 45!
Και στο νησί! Ξαναβρήκα τη μισή τρελοπαρέα που δουλεύαμε μαζί πέρυσι. Μόνο που φέτος εγώ δε δούλευα και άρα είχα όλο το χρόνο να γυρίσω το νησί. Και μα το θεό το ‘κανα!
Μερικές ωραίες στιγμές ήταν οι εξής:
Ανακαλύπτω με έναν θεότρελο φίλο μου (ο ένας δημιουργός του «πολβόσκι») μια σπηλιά παράλληλα σε μια παραλία μέσα σε ένα βράχο. Η απόλυτη ευτυχία! Αμμουδιά, ίσκιος, δροσιά, απομόνωση και μοναδικός ήχος, από το κυματάκι που έσκαγε στα πόδια μας.... Την αράζουμε μέσα, στη δροσούλα με ένα τσιγαριλίκι που είχε ξεμείνει κάμποσους μήνες για κάποια «ειδική» περίπτωση! Ποτέ δεν κατάλαβα πως μας ήρθε και το πήραμε ειδικά εκείνη τη μέρα αλλά δεν πειράζει... Κάποια στιγμή όπως αράζουμε και κάνουμε διάφορους συνειρμούς, δουλεύουμε και τους περαστικούς λουόμενους ότι μένουμε εκεί μέσα όλο το καλοκαίρι και άλλα όμορφα, γυρίζω και τον ρωτάω «ρε συ, πως θα ονομάσουμε το «σπίτι» μας;» Και ο άλλος ατάραχος: «Βουνοτρυπίδα!» Ήμασταν που ήμασταν ψιλοκλασμένοι, ήρθε κι έδεσε...
Περνάμε κάποια άλλη μέρα να πάρουμε ένα φίλο μας για μεσημεριανό. «Ρε συ (....) θα 'ρθεις για φαΐ;» «Μπα, (νυσταγμένα) λέω να τη βγάλω σήμερα με φέτα και καρπούζι» «Πως έτσι;» «Ε, να... θέλω να δω πως είναι να κατουράς άσπρο καρπούζι»
Νόημα; Απουσία...
Μια κοπελιά είναι στο μαγαζί κάποιες μέρες και έχει κάνει τον δικό της, τάρανδο. Κάθε μέρα, μόλις γυρίσει αυτός το βλέμμα του, αυτή είναι - με άλλον κάθε φορά - στις τουαλέτες! Και ένας φίλος μου που δουλεύει εκεί σερβιτόρος και είναι (συναισθηματικός ο γλυκούλης μου!) τα έχει λάβει στο κρανίο συστημένα με την πάρτη της, κι από ένα σημείο και μετά τη δουλεύει μες στα μούτρα της! Δηλαδή:
«Έχουμε daiquiri ροδάκινο, φράουλα και μπανάνα γιατί ξέρω πόσο πολύ σας αρέσουν οι μπανάνες!» «Η caipirinha έχει και παραλλαγή με vodka την caipiroska αλλά ειδικά για εσάς σερβίρουμε και caipiposka!» και γενικά ότι του ερχόταν στο κεφάλι! Αυτή; Τσιμουδιά....
Πολύ καλή εντύπωση μου έκαναν κάτι Γάλλοι/ίδες και Γερμανοί/ίδες που είχαμε στην παρέα, οι οποίοι μόλις καταλάβαιναν ότι ήμαστε μόνοι μας στην παραλία, το ρίχνανε κατευθείαν στο γυμνισμό. Ακομπλεξάριστοι/ες, άνετοι με το σώμα τους, και με μια γενικότερη συμπεριφορά που έδειχνε μια τρομερή επαφή με τη φύση (κάποια στιγμή οι πιτσιρίκες κυλιόντουσαν στην άμμο σαν τα κουτάβια!) όχι μόνο μου άφησαν πολύ καλή εντύπωση αλλά λειτούργησαν και ως παράδειγμα προς μίμηση για κάποιους/ες από μας...
Κάποια στιγμή προσπαθώντας να κρεμάσω μια πετσέτα σε ένα σκοινί που ήταν καρφωμένο στον τοίχο, το ένα καρφί ξεκόλλησε. Αυτό πήρε μαζί του ένα κομμάτι σοβά από τον τοίχο, το οποίο παρέσυρε ένα μπουκάλι, το οποίο παρέσυρε ένα πιάτο με αποφάγια, το οποίο..... όταν τελείωσε ο σαματάς, γυρίζω και κοιτάω το συγκάτοικο, περιμένοντας να ακούσω καντήλια. Αυτός ατάραχος ψάχνει κάτι στην τσάντα του. Ξαφνικά γυρίζει και μου λέει «καλύψου»! Στο χέρι του κρατούσε ένα.... τρελομπαλάκι(!!!! Τα θυμάστε;) το οποίο και εκσφενδόνισε με όλη του τη δύναμη στη γωνία των τοίχων. Αφού αυτό μπίστηξε αρκετές φορές, μερικές από τις οποίες στην πλάτη μου, και κατεδάφισε το υπόλοιπο σπίτι που είχα αφήσει όρθιο, γυρίζει ο τύπος και μου λέει με απάθεια: “άμα είναι να κάνεις μαλακία, να την κάνεις καλά!” Τι παιδί κι αυτό...
Ήταν μια πιτσιρίκα γαλλιδούλα που πέρυσι την είχα δει την τελευταία μέρα στο νησί και μου ψιλοάρεσε. Πάνω κάτω φανταστείτε ξανθιά, μακρύ μαλλί, γαλάζιο μάτι σχετικά ψηλή, νταρντανοκατασκευή (φαρδιές πλάτες κτλ.) σχετικά αδύνατη με καμπύλες. Την ξαναβλέπω φέτος, όπου έχει πάρει αρκετά κιλά και από νταρντανοκατασκευή είχε γίνει νταρντάνα με τα ούλα της! Τα κιλά δηλαδή ήταν μοιρασμένα εξίσου πάνω της και αυτό της έδινε πολύ όγκο στο μάτι. Μια μέρα που κοιμήθηκά στην άλλη παρέα λέω σε έναν «ρε συ αυτή κάτι μου θυμίζει αλλά δεν μπορώ να καταλάβω τι» Δεν απάντησε, κοιμηθήκαμε, και το πρωί βρίσκω μια ζωγραφιά με την (...) που φορούσε δετές μπότες, φούστα από προβιά, τσεκούρι περασμένο στη ζώνη, σιδερένιο στηθόδεσμο, κράνος με κέρατα και πλεχτές κοτσίδες. Τίτλος του έργου: “ Η (...) η βικινγκόμενα”! Που να είχε πιει κιόλας ο μαλάκας!
Ένα βράδυ έπαιξε στο αερινο ο Χρήστος Θηβαίος. Δε θα κάτσω να εξηγήσω γιατί μετά από 4 ώρες unplugged πρόγραμμα είχαμε όλοι ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά, και πόσο ωραίος άνθρωπος είναι. Ένας άνθρωπος που του λες ένα «ευχαριστώ» και τα μάτια του λάμπουν σαν τριών χρονών παιδιού, θέλει πέντε σελίδες μόνος του. Θα μεταφέρω όμως κάποιες από τις αστείες ιστορίες του που μας διηγήθηκε. Για όποιον δεν τον έχει δει είναι 45αρης περίπου, μέτριου αναστήματος με άσπρα μαλλιά ως τους ώμους – έχει σημασία για αργότερα.
-Ήμουν που λέτε στην Κύπρο για συναυλία, μια εποχή που δε με ήξερε κανένας. Είμαι με το αμάξι και θέλω να πάω προς Πάφο. Ρωτάω λοιπόν σε ένα περίπτερο αν πηγαίνω σωστά, και αυτός μου λέει: «Ρε κομπάρε, Χρήστο σε λεν;» «Ναι!» λέω εγώ χαρούμενος που κάποιος με γνώρισε. «Ο Χρήστος ο Θηβαίος που έπαιζε χτες στον Τάδε;» «Ναι, εγώ είμαι» λέω εγώ και χαίρομαι. «Σκατά τα έκανες κομπάρε, από την άλλη έπρεπε να πας!» Τελικά δεν ήθελε αυτόγραφο, απλά να βεβαιωθεί ποιος ήταν ο μαλάκας!
-Άλλη φορά, έπαιζα στην Τσιμισκή στη Θεσσαλονίκη σε ένα μικρό μαγαζί, που την τουαλέτα την είχε απέξω! Ε, κατουριόμουν βγαίνω έξω και τι βλέπω: μια ουρά 8 άτομα οι πιο πολλοί τύφλα! Τι να κάνω περιμένω κάποια στιγμή ο από πίσω, εντελώς σκνίπα, μου κάνει νόημα με τα χέρια (εδώ κάνει σαν να γνέφει σε κάποιον έντονα «ΕΣΥ») «Ναι, ναι» του λέω «εγώ είμαι»
(ο άλλος του γνέφει «μπράβο») «Σε Ευχαριστώ» του λέω.
(ο τύπος τώρα κάνει σαν να παίζει κιθάρα και τον δείχνει) «Ναι ,εγώ είμαι»
Όπου εδώ παιδιά ο τύπος μου μιλάει για πρώτη φορά και μου λέει το εξής: Κουφάλα! Γαμάς τη Βίσσυ, ε; Τόση ώρα τον είχε περάσει για τον Καρβέλα...
Και κάποια άλλα που μας είπε....
Όμως....
Δεν γίνεται όμως να λέω για τις διακοπές και να μην αναφερθώ στη συνάντηση. Ακόμα δεν έχω πιστέψει αυτό που έγινε.
7 χρόνια πίσω. Στη δουλειά είναι μία κοπέλα σκέτη οπτασία (και όπως αποδείχτηκε αργότερα και πολύ γλυκός άνθρωπος) η οποία για κάποιο λόγο έχει δαγκώσει τη λαμαρίνα με μένα και το δείχνει σε κάθε ευκαιρία. Εγώ περνάω ίσως τη χειρότερη περίοδο της ζωής μου από ΚΑΘΕ άποψη. Δεν μπορώ να λειτουργήσω καθόλου, ούτε καν να επικοινωνήσω με άνθρωπο παρά μόνο με ναι και όχι. Και όμως είχε προσπαθήσει τόσο η κακομοίρα, που αρκούσε ένα ναι την κατάλληλη στιγμή. Αυτό το ναι δεν ήρθε ποτέ. Όσο συνείδηση κι αν είχα ότι τέτοια δώρα δε μου σερβίρονται κάθε μέρα στο πιάτο, δεν μπόρεσα. Όταν μετά από καιρό επανήλθα στον κόσμο των ζωντανών, είχε χαθεί κάθε ίχνος της. Το μόνο που πραγματικά ήθελα ήταν μια ευκαιρία να την ξαναδώ και να ζητήσω συγγνώμη που ήμουν τόσο μαντρότοιχος και απότομος. Ένιωθα πραγματικά πολύ άσχημα.
Μετά από 7 χρόνια όλα είχαν ξεχαστεί. Έτσι νόμιζα. Ώσπου ακούω ένα συγγνώμη από μια απίστευτα θηλυκιά φωνή. Και γυρίζω και βλέπω δύο σμαράγδια να με κοιτάνε. Πάνω σε ένα αιγυπτιακό πρόσωπο. Πάνω σε ένα σοκολατί φιδίσιο κορμί. Και να με ρωτάνε: «Είσαι ο ... που δούλευες τότε στο...» Και να ψελλίζω ένα ναι παγωμένος με το χρόνο να σχηματίζει καμπύλη γύρω μου. «Είμαι η .... με θυμάσαι; Δουλεύαμε μαζί.» Και εγώ δεν μπορώ να απαντήσω. Και σαν από μηχανής θεός ακούγεται μια φωνή από το βάθος: «σε θυμάται, απλά έχει μείνει μαλάκας!» (άμα παίζαμε σε κωμωδία θα ακουγόταν ως ηχητικό εφέ η βελόνα του πικάπ να «πηδάει» πάνω στο βινύλιο! Αλήθεια σας έχω πει ποτέ πόσο αγαπάω την κολλητή μου τον σκατόκαφρο, και πόσο καλά με ξέρει;) Αυτό ήταν! Ξαφνικά ξεκόλλησα, φιλιά, αγκαλιές, όλοι οι διακόπτες γύρισαν στο on και άρχισα να συζητάω πλέον σαν άνθρωπος. Προσπάθησα Βέβαια να μετριάσω τη χαρά μου γιατί α) ήταν με τον γκόμενο και β) δε γινόταν να χοροπηδάω σα το μελισανίδη μες στο μαγαζί! Την επόμενη μέρα έφυγε και από κει και έπειτα οι διακοπές μου είχαν πολύ καλύτερη γεύση. Είχα την ευκαιρία να την δω, να δω ότι είναι καλά, και να ζητήσω συγγνώμη, κάποια στιγμή που την ξεμονάχιασα με τρόπο. Και αυτό από μόνο του με είχε στείλει στα ουράνια. Αυτή η σκέψη με είχε ταλαιπωρήσει για καιρό, μόνο και μόνο επειδή είμαι τόσο εγωιστής, που μου φαινόταν αδιανόητο ότι φόρτωσα έστω και μέρος των προβλημάτων σε έναν άνθρωπο που δεν έφταιγε σε τίποτα. Ασήκωτο. Και, ενώ είχε χαθεί κάθε ελπίδα εδώ και καιρό, και απλά το είχα δεχτεί και προχωρήσει, Μπαμ! Συνέβη αυτό. Ανταλλάξαμε τηλέφωνα, ανανεώσαμε το ραντεβού στην Αθήνα αλλά το τι θα συμβεί από δω κι έπειτα δεν ανήκει στο κείμενο. Το τελευταίο που θα πω και κλείνω είναι ότι, όταν μου είπε «για ποια συμπεριφορά μιλάς, εγώ δε θυμάμαι να ήσουν απότομος μαζί μου.» χρειάστηκα πολλά ψυχικά αποθέματα.
Συνέβησαν φυσικά και άλλα ωραία όπως τότε που μας πέσαν τα ρούχα στη θάλασσα. Που γνώρισα την καταπληκτική εκείνη ελληνογερμανίδα (πως το λες αυτό το ρο!) Τον τρελομπάρμαν μπαρμπαμήτσο (μη φανταστείτε κάνα μπάρμπα, 35αρης είναι ο άνθρωπος, απλά έτσι του το κολλήσαμε!) με τις ατάκες του, που το χειμώνα δουλεύει στο βιβλιοπωλείο του (Βαρσαμούλης, πάνω στη Σπάρτης από Κερατσίνι προς Αμφιάλη). Και την αδερφή του φίλου μου του Παύλου του πληκτρά που έχω στα links μου (TMS) μια θεοπάλαβη διακοσμήτρια που παριστάναμε τους πρόσκόπους και κάναμε κατασκευές και πατέντες! (marymorfi@yahoo.com)
Που μας έσπασε το αμορτισέρ στην πίσω ρόδα στο παπάκι και στο παραμικρό χαλίκι κάναμε ροντέο. Που παίζαμε μουσική... και κάναμε χαβαλέ φτιάχνοντας ηλεκτρονική μουσική με το πολυεφέ της κιθάρας του Διονύση και αυτοσχέδια κρουστά! Και πόσα άλλα μέσα σε 12 μέρες....
Κάποια στιγμή που θα 'χω όρεξη θα κάτσω να φτιάξω και το προσωπικό μου soundtrack του καλοκαιριού. Για την ώρα θα προτείνω μόνο 2 διασκευές: king of Bongo από Max Raabe + The Palast Orchester και Suzie Q από Jose Feliciano.
Το ηθικό δίδαγμα είναι μάλλον ότι όσο γκαντέμης και να 'σαι, αν πεισμώσεις και δεν το αφήσεις να σε πάρει από κάτω, στο τέλος όλα θα γυρίσουν με το μέρος σου. Επειδή όμως τώρα έχω ψιλογονατίσει με κάποια θέματα και δεν ανέβηκα όσο περίμενα με αυτό το ποστ (λιονταράκι μου ελπίζω σε σένα να πιάνει καλύτερα το κόλπο!) μάλλον θα χρειαστεί περισσότερη δύναμη αυτή τη φορά. Μέχρι να ξαναβρώ τα κομμάτια μου σας χαιρετώ με το “ποίημα” ενός οικοδόμου, πρώην νταλικιέρη, και με ένα όμορφο καλοκαιρινό κομμάτι που μου ήρθε τώρα στο μυαλό. Adios!
Κάτω απ’το φως του φεγγαριού, τα σκέφτομαι και κλαίω. Μετά τα ξανασκέφτομαι «ρε δε γαμιούνται» λέω!
Mad Season - Long Gone Day
So much blood I'm starting to drown
Runs from cold to colder
Time to time the sky's come down
To help me lose my way
Tears and lies for answers
You and open veins, God knows I'm gone
Girl I just want you to
Come on down
Lord it's a storm and I'm heading to fall
These sins are mine and I've done wrong, oh babe
Come on down
Long Gone Day
Mmmm, who ever said
We wash away with the rain
See you all from time to time
Isn't it so strange
How far away we all are now
Am I the only one who remembers that summer
Oh, I remember
Everyday each time the place was saved
The music that we made
The wind has carried all of that away
Long gone day
Mmmm, who ever said
We wash away with the rain
So many tears I'm starting to drown
The rain in heaven's all come down
Silver spoons affix the crown
The luckless ones are broken
Fears and lies for answers
You and open flames
God knows I'm gone
And I just want you to
Come on down, hmmm
Lord it's a storm am I heading to fall
These sins are mine and I've done wrong
I want you to, oh, I just want you to
Come on down
I fear again, like then, I've lost my way
And shout to God to bring my sunny day